
Οι δυο ποιητικές συλλογές -“Η Καχυποψία ενός άλλοθι” και “Σκιά γυναίκα”- του Χρήστου Α. Μιχαήλ χαρακτηρίζονται από μια θεμελιωμένη ωριμότητα και από μια άνεση σε σχέση με τα είδη της γραφής. Ποίηση και πρόζα συνυπάρχουν, συνδιαλέγονται και αλληλοξεπερνιούνται.
Στη ρίζα της ποίησης του Χρήστου Α. Μιχαήλ κυριαρχεί η αγωνία τού θνητού: πώς να επιβιώσει έχοντας απόλυτη γνώση (ή πεποίθηση) της ανυπαρξίας τής μετά θάνατον ζωής; Πώς μπορεί να βιώσει θετικά την κάθε στιγμή της ύπαρξης που, όταν ξέρει ότι τον φέρνει όλο και πιο κοντά στο τέλος; Να βιώσει όμως χωρίς παρηγοριές, θρησκείες και άλλα διάφορα “πιστεύω”, “φλύαρα και άνευ σημασίας/ να μαστιγώνω τον βυθό με υποσχέσεις”;
Μένουμε λοιπόν στην πραγματικότητα. Ποια πραγματικότητα, αφού στην ουσία η πραγματικότητα περιγράφεται με τον ίδιο ρεαλισμό όπως και “τ’ όνειρο που μας προστατεύει απ’ αυτή”; Και συνεχίζονται οι υπαρξιακές απορίες που, αν και πάντα παραμένουν αναπάντητες, θρέφουν την ποίηση. Από πού ξεκινάει όλο αυτό μέσα μας; “Τι να’ ναι άραγε αυτό/ που λάμπει στ’ άβαθα νερά μας/ αφού το όνειρο ξαπλώνει στο πρώτο νεύμα της αυγής;”.
Όμως η ποιητική ανάσα δεν πρέπει να καταργεί την “Αυτογνωσία”. Ποιητές, “οι μακρινές στεριές σας πάντα θα χτίζονται στο μύθο”. Και καταλήγει ο αυτογνώστης ποιητής: “και τι είμαι εγώ για να μιλώ;/ Ένας απρόσκλητος κλητήρας των ονείρων”. Μύθοι, όνειρα, φαντασία… Ποια τελικά είναι η σχέση της ποίησης με την αλήθεια; Ο ποιητής έχει επίγνωση ότι “ποτέ μας την αλήθεια δεν κρατήσαμε αγκαλιά” μόνο “με δίστιχα κι αναλωμένες ρίμες/ τη στείλαμε στο δρόμο/ με την ευχή να πέσει ξέστηθη και ηρωικά σε κάποια ξένη μάχη”. Αν και το ένστικτο του ποιητή ίσως διαισθάνεται κάποια αλήθεια, αυτός προτιμάει να μένει μακριά της διότι αρνείται να ψάχνει και “να στριφογυρίζει αδιάκοπα/ στον τάφο που του σκάψαν οι εμμονές μας”. Όμως, ίσως η ποίηση να είναι ο μεταφορικός λόγος της αλήθειας, κάτι βέβαια που δεν θα μάθουμε ποτέ. Οι εικασίες μας είναι τα ποιήματα. Ένα ξέρουμε: ότι “αλλάζει ο κόσμος/ κι εμείς γερνάμε κουρδισμένοι σαν ρολόγια/ κι εμείς πεθαίνουμε αγκαλιά με τα ρολόγια”.
Ο Χρήστος Α. Μιχαήλ αδιαφορεί “για τα λόγια των μεγάλων” αλλά αναρωτιέται: μήπως γεννήθηκα σε λάθος εποχή; Η απάντηση δύσκολη, γιατί εξαρτάται από πολλές, διαφορετικές προσεγγίσεις: την ιστορική, την λογοτεχνική κ.α. Η οντολογική όμως είναι η μόνη που μπορεί να μας βοηθήσει να υπάρχουμε. Αρκεί να συνειδητοποιήσουμε πως ό,τι και να βιώνουμε, σε όποια στιγμή της ανατολής ή της δύσης του ηλίου, αυτή η στιγμή είναι η μόνη πιθανότητα που έχουμε να υπάρξουμε. Ας μη ζούμε λοιπόν “ξεγελασμένοι από το χρόνο” αφού όπως λέει και ο Μάνος Ελευθερίου (τον παραθέτει ο Μιχαήλ) “είτε εδώ λοιπόν, είτε στον Άδη/ ο χρόνος παραμένει ίδιος”. Να ζούμε όσο πιο κοντά στη φύση μπορούμε. Τότε μόνο πλησιάζουμε την αιωνιότητα, την αγγίζουμε με κάθε βλαστάρι που αντικρίζουμε, με κάθε φως στον ουρανό. “Ακροβατώ σ’ ένα βαθύ/ σ’ ένα πυκνό κι αγκάθινο σκοτάδι/ ώσπου να βγει πάνω απ’ τη γη/ η δροσερή πανσέληνος του Αυγούστου”.
Ίσως τελικά το ένστικτο της αυτοσυντήρησης να μην είναι άλλο από το ένστικτο της αναχώρησης. Να ξέρεις δηλαδή πώς να προετοιμαστείς καλύτερα για μία όσο γίνεται πιο ανώδυνη αναχώρησή σου από τον κόσμο τούτο. Και πάλι μιλάει η ουσιαστική σοφία της ποίησης τού Χρήστου Α. Μιχαήλ: “Δίνω στα πράγματα σειρά/ και χτίζω τη φυγή μου./ Δυο βήματα κουτσά-στραβά δυο στίχοι η ζωή μου”.
Ακρογωνιαίος λίθος της ποίησης, αλλά και της ζωής του ανθρώπου, είναι η μνήμη. Μόνο που ο ποιητής παραδέχεται και μάλιστα καλοδέχεται τις μεταλλαγές που προκαλεί ο χρόνος. Αντίθετα, οι άνθρωποι συνήθως επιμένουν ότι αυτό που θυμούνται είναι ακριβώς αυτό που έγινε. Όμως η ποίηση εμπνέεται από τις αλλοιώσεις της μνήμης. “Η μνήμη δεν λογάριασε ποτέ της τι προστάζω/ και το ποτάμι κυβερνά τραβώντας τα ηνία”.
Το ποτάμι, όποιος και να το κυβερνάει, περιέχει όλες τις εσωτερικές μας ροές, από το αίμα ως τα δάκρυα πένθους και χαράς. Και καμιά φορά στην υγρή κι επικίνδυνη αυτή επιφάνεια επιπλέουν ποιήματα.
Τέτοιες φαντασιώσεις εμπνέει η ποίηση του Χρήστου Α. Μιχαήλ. Αυτό σημαίνει ότι πρόκειται για αληθινή ποίηση γιατί μόνο το αληθινό μπορεί να εμπνεύσει το φανταστικό.
*Πρώτη δημοσίευση protagon.gr
[…] τω μεταξύ η έκδοση του πρώτου βιβλίου με τίτλο “Η καχυποψία ενός άλλοθι” ήταν πρόσφατη καθώς ήδη βρισκόταν στα ράφια από […]
LikeLike