
Η αδικία, η προσπάθεια, το πείσμα, η δουλειά και ο εκρηκτικός χαρακτήρας ενός ανθρώπου που νιώθει ότι χρωστάει μόνο στον Θεό. «Εκτός από την οικογένειά μου, δεν με βοήθησε κανείς. Ό,τι δημιούργησα, το δημιούργησα με τη δική μου, πολύ μεγάλη προσπάθεια». Ο πρώην ποδοσφαιριστής και προπονητής Τιμούρ Κετσπάγια, λέει τα πράγματα όπως τα πιστεύει.
Ας μην αρχίσουμε να λέμε πού γεννήθηκα, πότε γεννήθηκα και άλλα τέτοια, αυτά έχουν γραφτεί. Ας μιλήσουμε για άλλα πράγματα. Ας μιλήσουμε για το ότι, δυστυχώς, στη δουλειά που κάνω, ο κόσμος είναι γεμάτος κακία. Δεν υπάρχει εκτίμηση στο ποδόσφαιρο. Ο απλός κόσμος που υπάρχει έξω εκτιμάει, ο κλειστός κύκλος του ποδοσφαίρου όχι.
Είμαι ένας άνθρωπος ευθύς που ξέρει καλά τη δουλειά του και αυτός είναι ένας από τους λόγους που δεν αρέσω σε πολλούς. Αδικήθηκα από τη συμπεριφορά των ανθρώπων. Τόσο ως ποδοσφαιριστής, όσο και ως προπονητής, πέρασα πολλές φουρτούνες.
Με μεγάλη προσπάθεια
Ήμουν μικρός, όταν ο πατέρας μου με πήγε στο ποδοσφαιρικό σχολείο, ήμουν μακράν ο καλύτερος από όλους αλλά, για να γίνω δεκτός, έπρεπε να πληρώσω αρκετά χρήματα. Αναγκάστηκε, λοιπόν, ο πατέρας μου να πουλήσει κάποια πράγματα, για να μπορέσουμε να πληρώσουμε. Γενικά, εκτός από την οικογένειά μου, δεν με βοήθησε κανείς. Ό,τι δημιούργησα, το δημιούργησα με τη δική μου, πολύ μεγάλη προσπάθεια. Επιβλήθηκα. Δεν υπήρξε κάποιος να μου πει «εσύ δεν αξίζεις και τόσο, αλλά θα σου δώσω μια ευκαιρία». Αντιθέτως.
Στις περισσότερες ομάδες που πήγα αντιμετώπισα κάποιες συμπεριφορές τις οποίες δεν υπήρχε λόγος να αντιμετωπίσω. Δεν μπορώ να το εξηγήσω, αλλά τις περισσότερες φορές στο τέλος δικαιώνομαι. Αν νιώθω χαρούμενος γι’ αυτό; Θέλω να δικαιώνομαι από τη δουλειά που κάνω και από το αποτέλεσμα, όχι επειδή είχα προβλέψει καταστάσεις που τελικά συνέβησαν. Με εκνευρίζει να λέω φωναχτά αυτά που ξέρω ότι θα συμβούν και να λένε πως ο Κετσπάγια είναι τρελός και ότι προσπαθεί να βρει δικαιολογίες. Κάποιοι άνθρωποι στο ποδόσφαιρο, προσπαθώντας να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα επειδή δεν κάνουν τη δουλειά που πρέπει να κάνουν, ρίχνουν το φταίξιμο σε άλλους.
Το πρόβλημα είναι οι παράγοντες
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που υπάρχει στο κυπριακό και το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι οι παράγοντες. Η πρόοδος που έχει κάνει τα τελευταία χρόνια το κυπριακό ποδόσφαιρο είναι απίστευτη, αλλά όχι λόγω των παραγόντων, αλλά λόγω ανθρώπων που έδειξαν ότι ξέρουν καλά τη δουλειά.
Στο εξωτερικό, οι παράγοντες θέλουν η ομάδα τους να πηγαίνει καλά, έτσι ώστε και οι ίδιοι να έχουν κάποια προβολή. Εδώ, θέλουν απλά να φαίνονται οι ίδιοι χωρίς να τους νοιάζει η ομάδα. Υπάρχει μεγάλη πίεση στο ποδόσφαιρο, κυρίως οικονομική. Δεν είναι όπως πριν από 50 χρόνια που έπαιζες για τη φανέλα. Τώρα παίζονται εκατομμύρια.
Το ποδόσφαιρο ως επάγγελμα
Όταν ήμουν στη Σοβιετική Ένωση, το ποδόσφαιρο δεν ήταν επάγγελμα. Θυμάμαι, όταν είχα γραφτεί στο πανεπιστήμιο για να σπουδάσω Οικονομικά στην Αμπχαζία πριν από 30 χρόνια, είχα γράψει στην αίτηση ότι η δουλειά μου ήταν ποδοσφαιριστής. Όταν το είπα στους καθηγητές, όλοι γελούσαν. Τότε, το ποδόσφαιρο ήταν απλώς άθλημα, ήταν χόμπι. Τελικά, αποδείχτηκε ότι κι εκεί είχα δίκιο, μετά από χρόνια το ποδόσφαιρο έγινε επαγγελματικό. Γενικώς, η δικαίωση, δυστυχώς για μένα, έρχεται πολύ αργά.
Σας κάνει εντύπωση που ήθελα να σπουδάσω, ενώ ήμουν επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Το μεγαλύτερο πρόβλημα στο σημερινό ποδόσφαιρο είναι αυτό: Όσο πιο αμόρφωτος παίχτης είσαι, τόσο δυσκολότερο είναι να παίξεις καλή μπάλα. Το ποδόσφαιρο δεν είναι μόνο η τεχνική κατάρτιση και το ταλέντο, πρέπει να δουλεύει και το μυαλό. Αν είσαι έξυπνος και μορφωμένος, ακόμα κι αν έχεις λίγα προσόντα, μπορείς να παίξεις πολύ καλή μπάλα. Γι’ αυτό όσο περνάνε τα χρόνια και ο παίκτης ωριμάζει, τόσο πιο καλά παίζει. Στην αρχή τα δίνεις όλα στη δύναμη και στο πάθος αλλά, όσο περνάνε τα χρόνια, αποκτάς εμπειρία και μορφώνεσαι.
Προπονητική
Ρωτάτε για τους προπονητές. Δυστυχώς, σήμερα η προπονητική έχει γίνει σαν «σχολείο»: Πηγαίνεις, κάνεις μαθήματα, εκπαιδεύεσαι και μετά πιάνεις δουλειά. Οποιοσδήποτε μπορεί να κάνει μερικά μαθήματα και μετά να γίνει προπονητής, κι ας μην έχει παίξει ποτέ του ποδόσφαιρο. Επίσης, στην προπονητική χρειάζεται ταλέντο. Αν δεν το έχεις, δεν μπορείς να πετύχεις πολλά πράγματα.
Αν είσαι καλός ποδοσφαιριστής μπορείς να γίνει καλός και προπονητής, αν χωνέψεις ότι μπορείς να πας σε μια ομάδα και να συναντήσεις πολύ χειρότερους ποδοσφαιριστές από εσένα. Εκεί, θα πρέπει να δεις τα πράγματα λογικά και να δέχεσαι τα λάθη των άλλων.
Έχω παίξει ποδόσφαιρο στη Γεωργία, στην Κύπρο, στην Ελλάδα, στην Αγγλία και στη Σκοτία. Πού ήταν οι καλύτερες συνθήκες; Πρώτη είναι η Αγγλία κι από εκεί και πέρα η κόλαση. Δεν είναι τυχαίο ότι όλοι, ποδοσφαιριστές και προπονητές, θέλουν να δουλέψουν εκεί.
Δεν υπάρχουν δημοσιογράφοι
Το μεγαλύτερο πρόβλημα στην Κύπρο και στην Ελλάδα είναι ότι δεν υπάρχει δημοσιογραφία. Στεναχωριέμαι που το λέω και που έχω ονοματίσει κάποιους, λέγοντας ότι είναι λαμόγια, αλλά, δυστυχώς, αυτοί είναι που καταστρέφουν τον τόπο. Δεν μιλάω μόνο για το ποδόσφαιρο. Κανονικά, η δημοσιογραφία είναι αυτή που βάζει τάξη σε μια χώρα. Και σε άλλες χώρες συμβαίνουν άσχημα πράγματα, αλλά εκεί υπάρχουν πολύ δυνατοί δημοσιογράφοι, άνθρωποι που δεν πουλάνε τον εαυτό τους και τη δουλειά τους.
Πολλές φορές, ακούω τη δικαιολογία από δημοσιογράφους: «Τι να κάνω; Αν δεν βολέψουμε κάποιους, δεν θα μας δίνουν την είδηση». Βρέθηκα κι εγώ σε παρόμοια κατάσταση, αλλά δεν μπορώ να κάνω αυτά που θέλουν κάποιοι άλλοι. Θέλω να κάνω αυτό που πιστεύω εγώ ότι είναι σωστό. Έχει κόστος, αλλά προτιμώ να πληρώσω αυτό το κόστος, παρά να με τρώνε οι τύψεις όταν μένω με τον εαυτό μου, λέγοντας «τι μαλακίες έκανα;».
Οι παράγοντες, αντί να δώσουν εκατομμύρια να φτιάξουν την ομάδα τους, προτιμούν να έχουν κάποιους δημοσιογράφους για να δικαιολογούν τα μεγάλα λάθη και να ρίχνουν το φταίξιμο στους προπονητές και τους παίχτες.
Δεν μιλάω μόνο για το ποδόσφαιρο, αλλά το ποδόσφαιρο είναι καθρέφτης της κοινωνίας. Αυτό που γίνεται στα γήπεδα, αυτή είναι η κοινωνία μας, η οποία δεν είναι καθόλου ευχαριστημένη και ευχάριστη. Όπου δεν υπάρχει δημοσιογραφία καταστρέφεται το ποδόσφαιρο, καταστρέφεται και η χώρα, γιατί η δημοσιογραφία είναι αυτή που ασκεί έλεγχο.
Οι πολιτικοί είναι βρόμικοι
Ζούμε σε μια χώρα όπου η πολιτική είναι κάτι πολύ σημαντικό. Πώς τα βλέπω τα πράγματα; Δύσκολα τα βλέπω. Κάποιος μπορεί να πει ότι δεν έχω το δικαίωμα να λέω τι έπρεπε να γίνει πριν από 12 χρόνια, αλλά αυτά που δεν έγιναν τότε τα πληρώνουμε τώρα.
Εκείνο που βλέπω εγώ είναι ότι οι Ελληνοκύπριοι με τους Τουρκοκύπριους δεν έχουν κανένα πρόβλημα μεταξύ τους. Εδώ και 12 χρόνια έχουν ανοίξει τα οδοφράγματα και δεν έχει δημιουργηθεί το παραμικρό πρόβλημα.
Δεν είναι δυνατό να ψηφίζουμε τους ανθρώπους για να διοικούν τον τόπο και όταν έρχεται η ώρα για μεγάλες αποφάσεις να τις ρίχνουν στις πλάτες του κόσμου. Ακούστηκε μέχρι και το «ήπιο ΟΧΙ». Τι σημαίνει «ήπιο ΟΧΙ»; Είτε το ψιθυρίσεις είτε το φωνάξεις, το ΟΧΙ είναι ΟΧΙ. Αυτοί όμως είναι οι πολιτικοί και είναι πολύ βρόμικοι.
«Ένιωσα τον ρατσισμό»
Λέτε ότι είμαι πολύ πικραμένος. Δεν είμαι. Λέω απλά τις αλήθειες. Όταν τους έλεγα κάποια πράγματα, έπαιρνα την απάντηση «ήρθε ο Γεωργιανός εδώ να μας πει τι θα κάνουμε;». Ο Γεωργιανός, όμως, τους άνοιξε τα μάτια και ως ποδοσφαιριστής και ως προπονητής.
Αυτό τον ρατσισμό τον ένιωσα πολύ, ειδικά στην Ελλάδα. Τις περισσότερες φορές, δεν πειράζει να είσαι ξένος, αρκεί να είσαι Πορτογάλος, Ισπανός και Γερμανός, κι ας μην έχεις κάνει τίποτα. Αρκεί να έχεις χαιρετίσει τον Μουρίνιο και τότε γίνεσαι προπονηταράς. Αν έχω χαιρετίσει κι εγώ τον Μουρίνιο; Ναι, έχουμε βγάλει και φωτογραφία (γέλια).
Είμαι υπερήφανος που είμαι Γεωργιανός, όπως είμαι υπερήφανος που έχω την κυπριακή υπηκοότητα. Εγώ δεν κρίνω τους ανθρώπους από τη ράτσα τους και το διαβατήριο που έχουν και δεν διαχωρίζω τον εαυτό μου από τους Κυπραίους, ακόμα και αν δεν γεννήθηκα εδώ. Έχω αποδείξει πολλές φορές πόσο αγαπώ την Κύπρο και κάθε φορά που πάω στο εξωτερικό σκέφτομαι πότε να γυρίσω πίσω. Στη Γεωργία πηγαίνω συχνά για να δω τους δικούς μου, αλλά δεν θα γύριζα πλέον να μείνω εκεί.
«Είμαι αυστηρός με τους ανθρώπους»
Σε ποιον χρωστάω την καριέρα μου; Στον Θεό. Ασφαλώς χρωστάω και στους γονείς μου που με μεγάλωσαν με πολύ σημαντικές αρχές. Ο πατέρας μου ήταν αυστηρός, όπως λέτε, αλλά κι εγώ είμαι αυστηρός, ειδικά με τους κοντινούς μου ανθρώπους. Οι άλλοι, δεν με νοιάζουν. Θέλω τα πράγματα να γίνονται όπως πρέπει, όχι απλώς όπως μας αρέσουν. Επίσης, νιώθω ότι είμαι ακόμα το παιδί που έφυγε 10 χρονών από το σπίτι, δεν με άλλαξε ούτε η δόξα, ούτε τα λεφτά, ούτε η αδικία. Ασφαλώς και τα χρήματα έχουν τη σημασία τους στον κόσμο που ζούμε, αλλά αν ήταν για μένα το παν δεν θα ήμουν εδώ σήμερα.
Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά…
Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά; Μάλλον γιατί είμαι ο εαυτός μου, γιατί κάθε φορά που έχω κάτι να πω το λέω, χωρίς να σκεφτώ αν θα το πάρει ο άλλος στραβά ή αν θα με τιμωρήσει. Δυστυχώς αυτός είμαι και -ό,τι και να γίνει- δεν πρόκειται να αλλάξω. Έχω ζήσει το μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής μου, στα 50 θα αλλάξω;
Δεν μπορώ, αν είναι κάποιος μαλάκας, να γίνω κι εγώ μαλάκας. Ας είναι αυτός, δεν θα τον ακολουθήσω. Ο Θεός είναι μεγάλος και καθένας βρίσκει τον δρόμο του. Αυτό που προσπαθώ εγώ, είναι να μην αδικώ κανέναν.
*Πρώτη δημοσίευση εφημερίδα Σημερινή.