Ο ΣΤΡΑΤΕΥΜΕΝΟΣ ΠΑΥΛΟΣ ΜΥΛΩΝΑΣ

Μυλωνάς 2
Φωτογραφία: Γιώργος Μιχαήλ

Η αγάπη για τη δημοσιογραφία, ο δρόμος της πολιτικής, ο στόχος της απελευθέρωσης της κατεχόμενης πατρίδας και η ανάγκη για ταπείνωση από έναν άνθρωπο που δηλώνει Αριστερός. “Η δημοσιογραφία είναι σαν τον έρωτα: παθιάζεσαι με κάτι προς στιγμή και μετά περνάς στην αγάπη”, λέει. Όσον αφορά την αγάπη του για την Κύπρο, “αν είσαι παθιασμένος με την Κύπρο, τότε είσαι και στρατευμένος πολίτης, δημοσιογράφος ή βουλευτής”. Ο δημοσιογράφος και βουλευτής της Συμμαχίας Πολιτών Παύλος Μυλωνάς, μιλάει για τη ζωή του.

Γεννήθηκα το 1967 και ο Άγιος Αμβρόσιος στην Κερύνεια είναι το χωριό του πατέρα μου. Θα φανεί παράξενο, γιατί ήμουν πολύ μικρός κι έζησα ελάχιστα εκεί, αλλά οι μνήμες που έχω μέσα από την οικογένειά μου, με έκαναν να θεωρώ το χωριό αυτό γη μου. Μετά την προσφυγιά του 1974 πήγαμε δύο χρόνια στην Ελλάδα, ένα στο Αιγάλεω και έναν χρόνο στο Μεσολόγγι. Τότε, χιλιάδες Κύπριοι έφυγαν από το νησί και τα περισσότερα παιδιά ήταν έφηβοι, οι οποίοι πήγαν σε οικοτροφεία σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας.

Στο Αιγάλεω και στο Μεσσολόγγι ήταν μοιρασμένα τρία μεγαλύτερα από τα πέντε παιδιά της οικογένειάς μου. Οι γονείς, μη αντέχοντας την απουσία τους, μας πήραν και πήγαμε εκεί, όπου οι αδερφοί Έλληνες μάς φιλοξένησαν με έναν τρόπο που δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερος. Μας έδωσαν σπίτι και φαγητό, μας έδωσαν τα πάντα. Ο νόστος της επιστροφής, βέβαια, και η ανάγκη να ξαναπροσπαθήσουμε, μας έφεραν πάλι στην Κύπρο το 1977. Η ανάγκη απελευθέρωσης των κατεχομένων ξεκίνησε από το σπίτι μου.

Η αποκατάσταση της αλήθειας

Όταν τελείωσα το σχολείο, αρχικά πήγα στη Νέα Υόρκη για να σπουδάσω Πολιτικές Επιστήμες. Επέστρεψα σχετικά γρήγορα, όμως, γιατί εκεί, όσοι δεν είχαμε οικονομική άνεση, έπρεπε να δουλεύουμε σαν τα σκυλιά. Έπειτα, πέρασα στο τμήμα Επιστήμης, Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού στην Αθήνα. Εξάλλου, υπήρξα αθλητής, έπαιζα ποδόσφαιρο στον Απόλλωνα Λεμεσού, στα τσικό και μετά στα «δεύτερα». Παράλληλα με τη σχολή στην Αθήνα, ξεκίνησα να σπουδάζω και στο Πολιτικό της Νομικής, αλλά εγκατέλειψα. Ήρθα στην Κύπρο, δούλεψα δεξιά κι αριστερά, από κλητήρας και εισπράκτορας μέχρι γκαρσόνι, κι ακολούθως αποφάσισα να γίνω δημοσιογράφος.

Στην Αθήνα τα πράγματα ήταν υπέροχα. Ως φοιτητής, είχα τη δυνατότητα συν τοις άλλοις να συνδικαλιστώ στην ΕΦΕΚ και να είμαι υποψήφιος της ΠΑΣΠ. Αγαπούσαμε το ΠΑΣΟΚ και τον Αντρέα Παπανδρέου, γιατί ήταν ο πρώτος Πρωθυπουργός που επισκέφθηκε την Κύπρο, έκανε το ενιαίο αμυντικό δόγμα και έδωσε σημασία στο πρόβλημά μας.

Ξέρετε, τότε υπήρχαν έντονες πολιτικές αντιπαραθέσεις. Υπήρχαν εντεταλμένοι κομματικοί ηγέτες, με τον Μακάριο να δίνει εντολές και τους υπόλοιπους να εκτελούν. Να φανταστείτε, εκείνος αποφάσιζε πόσους βουλευτές θα έβγαζε το κάθε κόμμα, κι έτσι γινόταν. Αυτή ήταν η πραγματικότητα τότε. Επειδή όλα αυτά τα άκουγα από τις συζητήσεις που γίνονταν στο σπίτι και επειδή διάβαζα εφημερίδες, η αποκατάσταση της αλήθειας ήταν πολύ μεγάλο κίνητρο για μένα. Το μότο μου είναι «να διεκδικείς πάντα το δίκαιο». Αν δεν έχεις αυτόν τον στόχο, δεν θα μπορέσεις ποτέ να πας παρακάτω, θα είσαι πάντα ένας από τους υπόλοιπους της μάζας, ένα από τα πρόβατα που ακολουθούν την πορεία προς το μαντρί. Προσωπικά, δεν μου αρέσει καθόλου το μαντρί.

Ο στόχος μου είναι πάντα πολιτικός και ήταν τέτοιος από τότε που μπήκα στη δημοσιογραφία. Ελάχιστοι πλέον θυμούνται ή σκέφτονται ότι πρέπει να αποκατασταθεί η αδικία. Οι περισσότεροι ξεχνούν ότι το 1/3 του πληθυσμού έχασαν τις περιουσίες και τα σπίτια τους, ότι απέκτησαν μεγάλη αξία οι περιουσίες των υπολοίπων, ότι τους πέταξαν στα τσαντίρια και μετά σε κάτι εργατικές κατοικίες απαράδεκτης διαβίωσης παίρνοντας κάτι λίγα χρήματα. Ήταν μια κοροϊδία σε βάρος των προσφύγων. Είμαι πρόσφυγας, Κερυνιώτης, κι επομένως για μένα αυτά είναι τα στοιχήματα.

Η είσοδος στη Βουλή

Άφησα τη δημοσιογραφία γιατί πίστεψα ότι, έπειτα από 24 χρόνια μάχιμος δημοσιογράφος και όχι δημοσιογράφος της γραβάτας, η Βουλή θα ήταν μια καλύτερη διαδικασία για μένα. Αν είσαι παθιασμένος με την Κύπρο, τότε είσαι και στρατευμένος πολίτης, δημοσιογράφος ή βουλευτής. Πιστεύω ότι στην Κύπρο είναι ανάγκη να είμαστε στρατευμένοι γιατί έχουμε ακόμα κατοχή και υπάρχουν πολλές κοινωνικές αδικίες. Νομίζω και ελπίζω να το επιβεβαιώσω στην πορεία, ότι μπορώ να προσφέρω ακόμα και ως βουλευτής. Οι στόχοι μου είναι οι εξής: να διατηρήσουμε την ανάγκη μας να παραμείνουμε Έλληνες σε αυτόν τον τόπο, να βρούμε έναν «πραγματικά» έντιμο συμβιβασμό και όχι απλά έναν συμβιβασμό παράδοσης και βεβαίως να αποκατασταθεί κάθε κοινωνική αδικία που έχει επέλθει στο νησί από ιδρύσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να επαναπροσδιορίσει ο Κύπριος είναι να ΄ναι πολίτης με δικαιώματα και υποχρεώσεις. Το έχουμε ξεχάσει αυτό κι έχουμε γίνει πελάτες της οποιασδήποτε εξουσίας: της κυβερνητικής, της εκκλησιαστικής, της πολιτειακής. Από την Τουρκοκρατία κι έπειτα, αυτό είναι στο DNA του Έλληνα. Πρέπει να φτιάξουμε παραδείγματα που να ξεφεύγουν από αυτό. Ίσως ακούγεται εγωιστικό, αλλά γι’ αυτό μπήκα στη δημοσιογραφία, γι’ αυτό και στην πολιτική. Μπορεί το σύστημα να μην αλλάζει, αλλά δεν δέχομαι να αλλάξει αυτό εμένα.

Έρωτας για τη δημοσιογραφία

Η δημοσιογραφία είναι σαν τον έρωτα: παθιάζεσαι με κάτι προς στιγμήν και μετά περνάς στην αγάπη. Η αλήθεια είναι ότι πρώτα έπιασα δουλειά ως δημοσιογράφος και μετά έκανα σπουδές και σεμινάρια. Όταν ήμουν στη «Σημερινή», μέσω της Ένωσης Συντακτών, έστειλαν εμένα και άλλους σε διάφορα σεμινάρια για πάρουμε δίπλωμα δημοσιογραφίας σε ένα πανεπιστήμιο της Μάλτας και ακολούθως σε άλλα μέρη. Ολοκληρωμένες σπουδές δημοσιογράφου δεν έχω κάνει, είμαι απλά διπλωματούχος, αλλά να σας πω την αλήθεια, η δημοσιογραφία δεν σπουδάζεται.

Πώς μπήκα στον χώρο; Η μάνα μου πέθανε όταν ήμουν φοιτητής, κι όταν επέστρεψα στην Κύπρο μού λέει ένας φίλος ότι ζητούσαν διευθυντή σε έναν τοπικό ραδιοσταθμό στη Λεμεσό. Πήγα στις συνεντεύξεις, πέρασα ό,τι προβλεπόταν και ανέλαβα τη θέση. Επί πέντε μήνες πηγαίναμε πολύ καλά, αλλά κάποια στιγμή προκηρύχθηκαν θέσεις στο ΡΙΚ, όπου έδωσα εξετάσεις και πέρασα. Εκεί άντεξα μόνο έναν μήνα, οι τοίχοι ήταν περιοριστικοί για εμένα γιατί είχα άλλα πράγματα στο μυαλό μου για τη δημοσιογραφία. Η φιλοσοφία ήταν πολύ συντηρητική. Και σήμερα είναι, για να λέμε την αλήθεια.

Τότε, λοιπόν, γνώρισα τον Λάζαρο Μαύρο στις κεντρικές φυλακές όπου γινόταν μια εκδήλωση, ο οποίος μου είπε ότι ο Νίκος ο Χατζηκωστής έψαχνε δημοσιογράφους για τη «Σημερινή». Έτσι εντάχθηκα στη συντακτική ομάδα της εφημερίδας, ενώ ακολούθησε μια πορεία από όλα σχεδόν τα μέσα του συγκροτήματος.

Η καθιέρωση

Εκείνο που με καθιέρωσε ως δημοσιογράφο είναι η ειλικρίνεια και η μαχητικότητα. Υπάρχουν άνθρωποι που με αγαπούν και άνθρωποι που με μισούν. Δεν ξέρω αν είναι καλό αυτό αλλά, ενώ στην προσωπική μου ζωή θέλω να περνάω απαρατήρητος, είμαι της άποψης ότι αν θέλεις να είσαι δημοσιογράφος και όχι γραφείο Τύπου των κομμάτων, του κεφαλαίου ή των συνδικαλιστικών συμφερόντων δεν μπορείς να περνάς απαρατήρητος. Σας κάνει εντύπωση η φρασεολογία μου; Ίσως παρεξηγηθώ στην Κύπρο, αλλά εντάσσω τον εαυτό μου στους Αριστερούς, αν θεωρούμε βέβαια ότι η Αριστερά είναι αυτή που διεκδικεί το δίκαιο και την ελευθερία του ανθρώπου.

Με βασάνισε πολύ η είσοδος στην πολιτική, γιατί λατρεύω τη δημοσιογραφία. Ελπίζω ο Θεός να με βοηθήσει κάποια στιγμή να επιστρέψω, να κλείσω τον επαγγελματικό μου κύκλο ως δημοσιογράφος. Είναι δύσκολο, το ξέρω, αλλά θα προσπαθήσω.

Αν μετανιώνω που μπήκα στην πολιτική; Υπάρχουν στιγμές που μετανιώνω και λέω «καλύτερα να μην έμπαινα στη διαδικασία», αλλά είναι ελάχιστες. Έχω συνείδηση για το τι κάνω, αλλά περισσότερο χάνω πράγματα σε προσωπικό επίπεδο. Εξάλλου, δεν πιστεύω στα κόμματα, το ξέρουν όλοι αυτό. Πιστεύω στον Άνθρωπο και αν συλλογικά κάνουμε δράσεις που θα πράξουν αποτέλεσμα, τότε θα είμαστε χρήσιμοι, από όποιο πόστο κι αν το πράξουμε.

Αν υπάρχει κάτι που θέλω να πω στους συμπολίτες μου, είναι ότι είναι άλλο πράγμα να βολεύεσαι, άλλο πράγμα να ζεις και άλλο να ζεις ελεύθερος. Ξέρετε, η ουσία της διδασκαλίας του Χριστού ήταν η αγάπη, αλλά και η ταπείνωση, δηλαδή το «εγώ» μας να το τσαλαπατάμε καμιά φορά, διότι έτσι γινόμαστε καλύτεροι άνθρωποι. Δεν είναι εύκολο, το ξέρω, αλλά ας το δοκιμάσουμε.

*Πρώτη δημοσίευση εφημερίδα Σημερινή.

Quote

Leave a comment