ΝΙΚΟΣ ΔΗΜΟΥ: ΞΕΧΝΑΕΙ ΟΠΟΙΟΣ ΔΕΝ ΞΥΠΝΑ

Νίκος Δήμου

Είναι ένας πολυπράγμων που έχει πάρει τόσους χαρακτηρισμούς, όσους θα ζήλευαν και οι πιο εγωκεντρικοί της δημοσιότητας. Η ζωή του άραγε υπήρξε ζήτημα εγωκεντρισμού; Ο ίδιος αυτοπροσδιορίζεται ως “συγγραφέας”, αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Αυτό όμως είναι το απωθημένο του: να αναγνωριστεί ως συγγραφέας. Μετά από 64 βιβλία τα οποία έχουν μεταφραστεί σε 64 γλώσσες κι έχουν πουλήσει πάνω από μισό εκατομμύριο αντίτυπα, ίσως να το δικαιούται.

Πέραν τούτου, έχει υπάρξει δημοσιογράφος, παρουσιαστής, διαφημιστής (ιδιότητα που τον κυνήγησε περισσότερες φορές απ’ όσο ο ίδιος αντέχει), ποιητής, φωτογράφος, χρονογράφος, λάτρης της τεχνολογίας και των αυτοκινήτων, γατομπαμπάς, φίλος, εραστής, γιος, δημόσιο πρόσωπο, “φιλόσοφος” και δοκιμιογράφος. Αν τον ρωτήσεις, βέβαια, θα σου πει ότι δεν πρόλαβε να κάνει όλα όσα θα ήθελε.

Ο Νίκος Δήμου δεν είναι ένα πράγμα, αλλά ταυτόχρονα είναι συμπαγής. Όπως φαίνεται, δεν τον διέσπασαν ούτε τα πολλά χρήματα που πέρασαν από τα χέρια του, ούτε οι απώλειες, ούτε η περιπέτεια της υγείας του, ούτε το αίσθημα αδικίας που αποκόμισε μετά από διάφορες φάσεις της ζωής του. Η αυτοβιογραφία του με τίτλο “Οι δρόμοι μου”, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη, είναι ένα βιβλίο για τη ζωή ενός ανθρώπου που μπόρεσε να χωρέσει μέσα σε 81 χρόνια όσα άλλοι δεν θα μπορούσαν σε τρεις ζωές. Το διαβάσαμε, το χιλιοσημειώσαμε, αντιγράψαμε φράσεις και αφορισμούς σε προσωπικά σημειωματάρια, ταξιδέψαμε μαζί του στο αεροπλάνο κι όταν εξαντλήσαμε τις 651 σελίδες, μιλήσαμε με τον συγγραφέα.

Διαβάζοντας το βιβλίο σας “Δρόμοι”, ο αναγνώστης βγάζει μια σειρά από συμπεράσματα. Γράφοντάς το εσείς και κοιτώντας προς τα πίσω, τι συμπέρασμα βγάζετε τηρώντας μιαν απόσταση, για μια τέτοια ζωή σαν μυθιστόρημα;

Το πρώτο συμπέρασμα που βγαίνει αβίαστα είναι πως κάθε εξιστόρηση περασμένων γεγονότων είναι ελλειπτική και μεροληπτική. Ξαφνικά θυμάμαι λεπτομέρειες ή και ολόκληρα κεφάλαια, που δεν έχω θίξει καθόλου. Μάλιστα κάποια στιγμή σκέφθηκα να γράψω άλλο ένα βιβλίο που να συμπληρώνει και να υπομνηματίζει τους “Δρόμους”. Φοβάμαι πως θα ήταν ακόμα πιο μεγάλο και πιο πολυσέλιδο. Έτσι κι αλλιώς κάθε ζωή είναι σαν μυθιστόρημα. Μόνο που οι περισσότερες είναι βαρετά και ανούσια γραμμένες και δεν διαβάζονται.

Τελικά ζήσατε μια γεμάτη ζωή;

Η ζωή μου, όπως τη βλέπω, κοιτώντας πίσω, μου φαίνεται πλούσια, αλλά λίγη. Έκανα βέβαια πολλά πράγματα, αλλά ούτε το δέκα τα εκατό απ’ όσα θα ήθελα να είχα κάνει. Το ξέρω πως ακούγεται υπερβολικό – αλλά έτσι ήμουν και είμαι ακόμα. Όταν με ρωτάνε για το μέλλον, λέω πως ο άμεσος προγραμματισμός μου είναι για μερικές δεκαετίες… Που βέβαια δεν θα τις έχω, εκτός κι αν φτάσω τα χρόνια του Μαθουσάλα (έγινε εννιακοσίων ετών). Το μεγαλύτερο απωθημένο μου είναι πως δεν ταξίδεψα αρκετά – ιδιαίτερα σε μακρινά και εξωτικά μέρη. Την Ευρώπη την ξέρω σαν το σπίτι μου, αλλά Νότια Αμερική, Άπω Ανατολή, Ινδία, Πολυνησία… τίποτα. Και όταν λέω ταξίδια δεν εννοώ τα ομαδικά μιας εβδομάδας. Κατ’ αρχήν το ομαδικό ταξίδι σε απομονώνει από τη χώρα που επισκέπτεσαι, σου προγραμματίζει τις κινήσεις – είναι μία απάνθρωπη επινόηση. Πρέπει να έχεις άφθονο χρόνο, να έχεις μελετήσει διεξοδικά την ιστορία και τη νοοτροπία των ανθρώπων, να κινείσαι μόνος και να έρχεσαι σε επαφή. Έτσι έκανα τα ταξίδια μου ώς σήμερα, αλλά τώρα ούτε οι σωματικές αντοχές μου ούτε τα οικονομικά μου το επιτρέπουν.Θα ήθελα βέβαια να έχω γράψει κι άλλα βιβλία – ιδιαίτερα το “μεγάλο μυθιστόρημα” που πάντα αχνόφεγγε στο βάθος του νου μου. Αλλά μάλλον θα μείνει εκεί.

Πολλές φορές με ξαφνιάσατε, στο βιβλίο, γράφοντας για πολύ προσωπικά ζητήματα που ίσως άλλοι δεν θα τολμούσαν να τα γράψουν, όπως η παύση της ερωτικής επιθυμίας, η αγορά της πράσινης Πόρσε κ.λπ.

Παύση της ερωτικής επιθυμία δεν υπήρξε ποτέ (ούτε και τώρα στα 81 μου), υπήρξε όμως μία (ευτυχώς προσωρινή) αναστολή της ερωτικής ικανότητας, μετά την εγχείρηση της ριζικής προστατεκτομής. Ήταν μία τραυματική εμπειρία για έναν άνθρωπο, που, όπως γράφω, είχε πάντα, σαν βασικό του κίνητρο, τον έρωτα. Η αγορά της Πόρσε ήρθε σε μία στιγμή της ζωής μου που είχα απόλυτη ανάγκη μία αναβάθμιση και αναζωπύρωση της δραστηριότητάς μου. Αυτό το ξωτικό (γιατί δεν ήταν ούτε καν μία τυχαία Πόρσε) με αναζωογόνησε. Άλλωστε είχα πάντα μία ειδική σχέση με το αυτοκίνητο, που το θεωρώ την κινητική προέκταση του εαυτού μου. Είναι μέρος της τεχνολογίας που ονομάζω “προεκτατική” (υπολογιστής, φωτογραφική μηχανή) σε αντίθεση με τη χρηστική (ανελκυστήρας, πλυντήριο). Τότε ήμουν και πρόεδρος της πρώτης εταιρείας που έφερε την Πόρσε στην Ελλάδα. Όταν αυτό το αυτοκίνητο άρχισε να γίνεται μόδα και lifestyle, το πούλησα.

Η σειρά παραιτήσεων από διάφορες συνεργασίες σας τις οποίες περιγράφετε στο βιβλίο, διέπεται από ένα χαρακτηριστικό: την παρεμβολή στη δουλειά σας. Γιατί πιστεύετε ότι προσπάθησε να γίνει παρεμβολή σε τόσες πολλές περιπτώσεις;

Ας ξεκινήσω λέγοντας κάτι βασικό. Ποτέ δεν έγραψα σαν δημοσιογράφος – πάντα σαν συγγραφέας. (Γι’ αυτό και τα κείμενά μου διαβάζονται, ακόμα και σήμερα, σε βιβλία). Ποτέ δεν εργάστηκα μέσα σε ένα έντυπο – ήμουν πάντα εξωτερικός συνεργάτης. Επί σαράντα χρόνια είχα μίαν αδιάλειπτη παρουσία στον Τύπο (εφημερίδες, περιοδικά, διαδίκτυο) γράφοντας χρονογράφημα, σχόλιο, επιφυλλίδα – ύλη ενυπόγραφη, με προσωπικές απόψεις. Αυτές οι απόψεις, μερικές φορές, ήταν αντίθετες με τη “γραμμή” του εντύπου. Αυτό ενοχλούσε περισσότερο, λόγω της επιτυχίας που είχαν οι στήλες μου (όπου κι αν πήγα, είχα μεγάλη δημοφιλία και καταρρακτώδη αλληλογραφία) που τις έκαναν να επηρεάζουν αρκετό κόσμο. Έτσι, κάτι που αλλιώς θα περνούσε απαρατήρητο, στη στήλη μου γινόταν είδηση. Προσθέστε τώρα σε αυτό ότι δεν δεχόμουν υποδείξεις και παρατηρήσεις από τη σύνταξη…

Έγραφα για μένα κι όταν δεν μπορούσα να πω τα δικά μου, έφευγα. Αυτό είχε ενοχλήσει πολύ και τους συναδέλφους μου επαγγελματίες δημοσιογράφους που μουρμούριζαν “ε, βέβαια, εσύ δεν εξαρτάσαι από την αμοιβή σου, ούτε έχεις οικογένεια να θρέψεις, το παίζεις ελεύθερος”. Αναφέρονταν στο γεγονός ότι χάρη στην προηγούμενη θητεία μου στη διαφήμιση είχα μία οικονομική ανεξαρτησία και μπορούσα να μην υποκύπτω σε πιέσεις. Εξ ου και οι “εύκολες” παραιτήσεις. Τώρα γράφω πια μόνο στο δικό μου blog (doncat.blogspot.com) που γιόρτασε πρόσφατα τα δέκα του χρόνια. Έχω μερικές χιλιάδες τακτικούς αναγνώστες, άφθονα σχόλια και την ησυχία μου.

Ειλικρινά, γιατί πιστεύετε ότι το σινάφι δεν σας αναγνώρισε ποτέ ως συγγραφέα;

Α! Στην αρχή με είχε αποδεχθεί πανηγυρικά. Αν κοιτάξετε το πρόγραμμα της έκθεσης που έκανα πέρυσι στο Μουσείο Μπενάκη, όπου περιέχονται κριτικές και σχόλια για το έργο μου, θα δείτε ότι τα πρώτα χρόνια έγραφαν όλοι διθυράμβους. Μέχρι που κυκλοφόρησε η “Δυστυχία τού να είσαι Έλληνας”. Η τεράστια επιτυχία αυτού του βιβλίου (συνεχίζεται, βρίσκεται στην 37η έκδοση και κυκλοφορεί σε 12 γλώσσες και δεκάδες χώρες) ενόχλησε το ιερατείο και με κατέταξαν στους “μπεστσελερίστες”, που προφανώς δεν είναι σοβαροί συγγραφείς. Από τότε έγινα περιθωριακός ερασιτέχνης γραφιάς. Βάλτε τώρα και την οικονομική μου επιτυχία, και τις διαστροφές μου (αγάπη για την τεχνολογία) και θα καταλάβετε πόσο δεν με άντεχαν.

Τι έχει όμως μεγαλύτερη σημασία; Η αποδοχή από το κοινό ή αναγνώριση από τους ομοτέχνους;

Εγώ πιο σημαντικό θεωρώ να με διαβάζουν. Συγγραφέας χωρίς κοινό, είναι σαν παράσταση σε άδειο θέατρο. Για την αξιολόγησή μου επαφίεμαι στο μέλλον. Είμαι σίγουρος για την αξία των βιβλίων μου και πιστεύω ότι μερικά θα ζήσουν και μετά από μένα. Ήδη οι νεότεροι αρχίζουν να με βλέπουν αλλιώς. Κατά τα άλλα, όπως έγραψε ο Ελύτης: «Ζω για τότε που δεν θα υπάρχω».

Στο βιβλίο αναφέρετε επίσης και μια έντονη τάση φυγής…

Μα φυσικά! Δεν μπορώ να συντονιστώ με τη ζωή. Είναι μικρή, λίγη, και παράλογη. Κι ακόμα ονειρεύομαι φυγές. Αλλά πού να πας όταν είσαι 81 ετών και για να συντηρηθείς παίρνεις επτά φάρμακα την ημέρα…

Γράφετε: Η ευτυχία δεν αποταμιεύεται. Υπάρχει κάτι στη ζωή που μπορεί να λειτουργήσει αποταμιευτικά;

Ό,τι και να συλλέξουμε, την κρίσιμη ώρα θα φανεί λίγο και απόμακρο. Άλλοι μαζεύουν λεφτά και άλλοι εμπειρίες, αλλά τίποτα δεν διαρκεί πέρα από το “τώρα”. Χιλιάδες μικρά “τώρα” είναι η ζωή μας κι ενώ οι αναγνώστες διαβάζουν αυτό το κείμενο, τα “τώρα” φεύγουν και χάνονται. Τι να αποταμιεύσεις; Είναι σαν τις αγγελίες θανάτου όπου πικρογελάς διαβάζοντας τους τίτλους του μακαρίτη. “Διευθυντής”, “Πρόεδρος”. “Καθηγητής”. Και τι είναι τώρα; Ένα λείψανο…

Ποιο ήταν το μεγαλύτερο “πρέπει” και το μεγαλύτερο “μη” στη ζωή σας;

Το “μη” είναι να μην αδικήσω κάποιον και να μην πω ψέματα. Πιστέψτε με πως, απ’ ό,τι ξέρω, δεν έχω πει ποτέ ψέμα. Το “πρέπει” είναι να βρίσκομαι κάθε στιγμή σε εγρήγορση, ζωντανός και δημιουργικός. Να μη χαλαρώσω ποτέ την προσπάθεια.

Είστε ο άνθρωπος που δημιούργησε το “Δεν ξεχνώ”. Περπατώντας στους δρόμους της Λευκωσίας συναντά κανείς με σπρέι ζωγραφισμένο σε τοίχους το σύνθημα “Δεν ξυπνώ”. Οι Κύπριοι παίζουν σωστά το παιχνίδι της μνήμης;

Όποιος δεν ξυπνά – ξεχνά. Όχι, δεν νομίζω ότι οι Κύπριοι έπαιζαν ώς τώρα σωστά. Ελπίζω αυτήν τη φορά να μην παρασυρθούν πάλι από κάποιον δημαγωγό και αλλάξουν πορεία…

*Πρώτη δημοσίευση Ηδύφωνο.

ΝΙΚΟΣ ΔΗΜΟΥ: ΞΕΧΝΑΕΙ ΟΠΟΙΟΣ ΔΕΝ ΞΥΠΝΑ

One thought on “ΝΙΚΟΣ ΔΗΜΟΥ: ΞΕΧΝΑΕΙ ΟΠΟΙΟΣ ΔΕΝ ΞΥΠΝΑ

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s