
Tον είχα δει μόνο μια φορά στη ζωή μου. Για να είμαι ακριβής, δεν ήξερα καν ποιος είναι, πώς τον λένε, αν ήταν κάτι το ιδιαίτερο. Ήταν σε μια έκθεση βιβλίου, αν δεν κάνω λάθος στο Ζάπειο. Πουλούσε βιβλία σε έναν πάγκο. Δεν θυμάμαι περισσότερα. Η επαφή μας είχε διάρκεια περίπου δεκαπέντε λεπτά και δεν επρόκειτο για διάλογο. Ο Χρίστος Δάρρας μονολογούσε ακατάπαυστα επί δεκαπέντε λεπτά. Πήγα εκεί σχεδόν επί τούτου, έψαχνα να βρω το καταπληκτικό βιβλίο “Αμλέτος Τραγωδία Σαικσπείρου” από τις εκδόσεις Ιδεόγραμμα σε μετάφραση του Ιάκωβου Πολυλά. Το βρήκα.
Θυμάμαι λίγα από τη συνάντησή μας, αλλά τα θυμάμαι σταθερά επί χρόνια. Θυμάμαι ότι με κοίταξε παράξενα όταν άρπαξα τον Αμλέτο από τον πάγκο και ρώτησα πόσο κάνει. Μου είπε. Θα το πάρω, αποκρίθηκα. Με σκάναρε από πάνω ως κάτω, δεν ξέρω τι ήταν αυτό που τον παραξένεψε, ενδεχομένως το νεαρό της (τότε) ηλικίας μου. Δεν ξέρω.
Σου αρέσει ο Άμλετ, μου λέει. Ναι, του λέω.
Χαμογέλασε.
Κρατούσα τα λεφτά στο χέρι και δεν μπορούσα να του τα δώσω. Σχεδόν δεν με άφηνε με τη στάση του. Μιλούσε ακατάπαυστα, με ένα πάθος που τότε μου είχε φανεί αφελές στο όριο του γραφικού. Μου μιλούσε για το τύπωμα του βιβλίου που είχε πραγματοποιηθεί με τη μέθοδο της μονοτυπίας από κάτι ξεχασμένες μήτρες που ανακαλύφθηκαν μετά από χρόνια (;), για το υπέροχο χαρτί, για τη σπανιότητα της έκδοσης, για το μεγαλείο του Πολυλά στη μετάφραση, για το ότι δεν βγαίνουν πια τέτοια βιβλία. Ολόκληρος ο μονόλογος μου είχε φανεί μια υπερβολή. Δεν χρειαζόταν όλο αυτό για να με πείσει να αγοράσω. Είπαμε: πήγα στον πάγκο του για το συγκεκριμένο βιβλίο, στη συγκεκριμένη έκδοση και όση ώρα μιλούσε είχα τα λεφτά στο χέρι έτοιμος να πληρώσω.
Φευ.
Εντάξει, θα το πάρω, του είπα σχεδόν απότομα, περισσότερο για να απεμπλακώ από τον μονόλογό του. Σαν να κατάλαβε ότι κούρασε, έπνιξε τον ενθουσιασμό του, πήρε τα λεφτά, είπε ένα μάλλον λυπημένο “ευχαριστώ” και μου γύρισε την πλάτη. Έφυγα και ξέχασα το όλο σκηνικό, μέχρι που έπιασα να διαβάζω τελικά το βιβλίο, ένα μήνα αργότερα. Κρατώντας τον Αμλέτο στα χέρια μου, θυμήθηκα μόνο αυτά που περιγράφω παραπάνω, τίποτε άλλο. Για κάποιο παράξενο λόγο ωστόσο, από τότε μέχρι σήμερα, ο Χρίστος Δάρρας επανερχόταν στο μυαλό μου με εκείνο το παράξενο αίσθημα που έχουμε για τους παλιούς μας δασκάλους που είχαμε για μια μόνο χρονιά στο σχολείο και που έκτοτε δεν τους ξαναείδαμε ποτέ. Χωρίς να ξέρω καν ότι λέγεται Χρίστος Δάρρας.
Δεν γνώριζα τίποτα γι’ αυτόν, πέρα από ότι αγαπούσε τον Αμλέτο, την Τραγωδία του Σαικσπείρου από τις εκδόσεις ιδεόγραμμα, τον Ιάκωβο Πολυλά και τη μονοτυπία. Για μένα ήταν ένας περαστικός που κατάφερε με κάποιο μυστήριο τρόπο να γαντζωθεί στη μνήμη μου.
Ποιος ήταν και τι ήταν, το έμαθα κάποια στιγμή πολύ πρόσφατα, τυχαία, από το προφίλ του αγαπητού Βασίλη Χατζηιακώβου (ζήτω η Αριστοκρατική Αναρχία και η κολεκτίβα του υψηλού).
Ο Χρίστος Δάρρας πέθανε σήμερα.