ΣΚΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ (ΜΕΤΡΟΝΟΜΟΣ 2014) | ΠΡΟΣΕΧΩΣ

Εξώφυλλο

ΠΛΗΝ ΑΠΕΙΡΟ (-∞)

Έχοντας άλλοθι το φως και μοίρα την Εκάτη
περπάτησε ο θίασος στον ρου της Ιστορίας
ξοδεύτηκε σαν όνειρο σε λάθος αυταπάτη
πίνοντας αίμα απ’ την πηγή της πρώτης ασωτίας∙
στεγνό κορμί τού δόθηκε κανόνας μιας νηστείας
σαν ελεγεία στην πληγή να γλείφει το αλάτι.

VII

Οι μνήμες μάγισσες τρελές
σ’ έναν ατέλειωτο διάδρομο οργιάζουν διψασμένες
και μας χλευάζουν προσποιούμενες το χρόνο.

Μετρώ τις λέξεις απ’ τα δόντια
και συννεφιάζω από την πίκρα των καιρών
ένας βαρύτονος χειμώνας ετούτοι οι τοίχοι
στεγνοί μακρόστενοι
μπογιατισμένοι απ’ το ασπράδι των ματιών μας
και τα μαλλιά της μάνας μας μπλεγμένα στο κοντάρι.
Μοιάζει το δίκαιο με σπαθί
ρομφαία ξέστηθη απ’ τα λόγια σκεβρωμένη
και η πληγή παντοτινή
και η πηγή μου απ’ τα χρόνια μολυσμένη.

Σαν τους αθάνατους
οι μνήμες προχωρούν αυτοκτονώντας και χλευάζουν.

Τα μάτια στάζουν προσευχές της αμαρτίας
κι εγώ διαβάτης μακρινός ζυγώνω
να με φιλέψεις γελαστά
μέλι απ’ τα χείλη σου κι από τις χίλιες λέξεις
κι ό,τι δεν άφησε στυφό εκείνο το ταξίδι.
Σου ’φερα απ’ τους Δελφούς γλυκό νερό
και απαλό σφουγγάρι
για να μπορέσεις όπως πρώτα να λυθείς
και να ξεπλύνεις την αρμύρα απ’ τη ζωή σου.

ΠΕΖΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

Τα σώματα που έρχονται σε θερμική ισορροπία είναι αυτά που δεν υπάκουσαν τη σήψη του ενικού. Σ’ αυτόν ποντάραμε για χρόνια την ελπίδα καταφρονώντας διαρκώς κι ασύστολα κάθε σημάδι που έστρεφε τα νώτα του στην πληρωμή. Μια έπαρση στητή και καλογυαλισμένη. Αίτιο σε πλήρη διατεταγμένη ασυνειδησία. Μπλέξαμε τα μαλλιά μας με τις τρίχες των αρρώστων. Είδαμε τη στεριά μίλια μακριά να αναστενάζει σκόνη και καπνό. Ακολουθήσαμε τυφλοί και χορτασμένοι τη ρότα ενός κύματος που εκ των προτέρων έταξε ακονισμένα βράχια. Ξεντυθήκαμε βίαια την όψη που μας δόθηκε εκ γενετής και βιαστικά περάσαμε τη ζώνη σε μέση επίκτητη. Τυλίξαμε σε νεκροσέντονο ό,τι αγνό μας είχε συνετίσει αποδίδοντας πνιχτές τιμές και λόγια κουρδισμένα. Μουλιάσαμε κατ’ επανάληψη το μαξιλάρι σε κάθε δυνατή στάση του κορμιού και αγκαλιάσαμε το ίδιο το σκοτάδι μας μέχρι ηδονής και ασφυξίας. Η σημασία τού είναι μας προδόθηκε πολλάκις και εμφανώς κι αποτυπώθηκε τάχα καλλιτεχνικά σε μια ασπρόμαυρη φωτογραφία· τώρα αραχνιάζει αξιοπρεπώς σε ένα συρτάρι σαλονιού. Για μυρωδιά λουστήκαμε μια μισοαναστημένη αποφορά. Μεθύσαμε την ίδια μας τη μέθη, ξανά και ξανά. Κι όλα αυτά με την πεποίθηση ότι υπήρχαμε από πάντα και για πάντα, δίχως κενά και διαλείψεις, μόνο με τη συνάφεια των υλικών που χτίστηκε η γη και τη συνενοχή μιας λιπαρής ιδέας. Τώρα μαθαίνουμε από τρίτους πως η αντοχή μας πωλείται αλόγιστα σε πακετάκια του κιλού. Ό,τι απέμεινε απέμεινε στυγνό. Και άγονο και μόνο. Και διψασμένο γι’ αυτούς που θα ’ρθουν και θα έρχονται περιοδικά για πάντα μέχρι να λήξει αυτό το αστείο που ονομάσαμε ζωή. Μέχρι να φτάσει στο μηδέν το μέτρημα που αντίστροφα ξεκίνησε να τρέχει μ’ ένα ρόγχο.

XVIII

Πάνω σε πυρωμένη ανέμη
κληθήκαμε να σφιχτοδέσουμε κρυφά έναν αιώνα
δίχως απόδειξη του χθες
μα πάντοτε με την ακίδα να πληγώνει την παλάμη
εσύ επούλωνες ζεστά κάθε υπόνοια
έχοντας γνώση για τα πάντα
μα αγνοώντας δεκτικά εκείνο το άπιαστο σχεδόν
που θα μας όριζε εαυτούς.

Εδώ
μου είπες σαν γραφή σωπαίνοντας ενταύθα
εδώ είναι Αττική φαιό νταμάρι
κι έχει το χρώμα άνυδρο σαν παινεμένη αλήθεια.

Τμήματα του κορμιού θρυμματισμένα
εγκληματούν
σαν τα θεμέλια μιας ζωής φυτρώνοντας στο λάθος.
Συμβολισμοί που ξέσυραν οι πρώτες μας κρυψώνες
κι έτσι ποτέ την άγκυρα δεν χώνεψε ο βυθός
κόκκινος με το καθρέφτισμα κάποιου πηχτού πελάγους.

Ξέρω καλά ότι θα φύγεις την αυγή
μα ακόμα νυχτωμένο
σώμα παράξενο λιγνό κι αραχνιασμένο σώμα∙
συλλαβιστά κι επάνω σου διδάχτηκα την τέχνη αναπνοή
έχοντας οδηγό τα εσφαλμένα.

Βρες μου τον τρόπο να μπορώ να σ’ ανακτήσω
που δεν σ’ ανέστησα ποτέ με το λινό σου δέρμα.
Στο βάθος τούτο αποζητώ τη μόνη μας αλήθεια
αγάπη που σε βάφτισα Ιστορία
θεά
προβοκατόρισσα εσύ μητέρα κι ερημιά μου.

ΧΧ

Όσες αγκάλες γλέντησα
όλες την ίδια επωδό είχαν στα χείλη συρραμμένη
τη μοναξιά του γυρισμού
το αχ του αποχωρισμού
κι ένα σύνορο αφρούρητο
σπαρμένο άτακτα καρβουνιασμένα αγκάθια.

Ήπια μια θάλασσα χολή
κι ήρθε το τέλος να με βρει πάνω στο πρώτο πέραμα
φλύαρα κι άνευ σημασίας
να μαστιγώνω το βυθό με υποσχέσεις.

Μα το κορμί είναι όστρακο
κι αν κλείσει τ’ όστρακο σφιχτά θα πρέπει να το σπάσεις.

Μάζεψε πάνω σου λοιπόν όσες δυνάμεις
την τεχνική σου κάνε τέχνη
κι άσε το κέρδος να αντρειωθεί σε αξία.
Κάθε παράγοντας κοινός είναι μια συνιστώσα
και η τιμωρία τού φονιά
άλλο ένα πτώμα έχει προσθέσει στη ζωή μας
οι πιθανότητες προτείνουν τις παλάμες τους με χλεύη
κι έτσι δεν θα μ’ εμπιστευθείς ξανά
συ Παναγιά
που έκαψες απαυδισμένη το μαντίλι.

Οι μάχες που μας κέρδισαν και οι τυφλά χαμένοι
έχουν τη γνώση πως
το μέλλον θα απαιτήσει δανεικά
τον καθαρό ουρανό η αστραπή θα κάψει από κάτω
και ο γκρεμός εδώ και χρόνια
παραπατά αλκοολικά για το δικό σου χείλος
τόπο γενέθλιο και ριζικό
που ασκούνται βρίζοντας ξένοι φαντάροι.

ΣΚΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ (ΜΕΤΡΟΝΟΜΟΣ 2014) | ΠΡΟΣΕΧΩΣ

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s